Επιστολή υπ' αριθ. 150 / 12. 12. 2003

Προς τον Υπουργό Παιδείας
κο Ευθυμίου

Κύριε Υπουργέ

Κατόπιν καταγγελιών μελών μας που έχουν εμπιστευθεί στο Ελληνικό Κράτος την μόρφωση (και ψυχική διαμόρφωση) των τέκνων τους, σας γνωστοποιούμε ότι στα σχολικά βιβλία της Πρωτοβάθμιας Εκπαιδεύσεως του τρέχοντος σχολικού έτους εμπεριέχονται απαράδεκτες, ανιστόρητες, ανακριβείς, κακοήθεις, και χυδαία προσηλυτιστικές «διδαχές» που εμφανή σκοπό έχουν την δυσφήμιση στα μάτια των αθώων παιδιών μας του, πραγματικά Ελληνικού, προχριστιανικού μας Πολιτισμού (τόσο ως καθημερινό έθος, όσο και ως θρησκευτική αντίληψη).

Μετά από ανάγνωση του υλικού που μας προσκομίσθηκε, αλγεινή εντύπωση έχει προκαλέσει σε όλους μας η διαπίστωση ότι πολλά σχολικά βιβλία είναι όχι μόνον απροκαλύπτως προσηλυτιστικά στο κρατούν θρησκευτικό δόγμα (άλλωστε πάντοτε έτσι ήταν στην ημι-θεοκρατική χώρα μας), αλλά και απροκαλύπτως προσβλητικά προς τον Εθνικό μας Πολιτισμό, με σαφή στόχο το να ενσταλάξουν αρνητική ή ακόμη και εχθρική άποψη στα αθώα, ανυπεράσπιστα και ανήλικα παιδιά για τον πατρογονικό μας Πολιτισμό, επειδή και μόνον αυτός έχει κάνει το έγκλημα να μην είναι συμβατός με την χριστιανική θρησκεία.

Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση βιβλίου «θρησκευτικών» (επισυνάπτονται φωτοαντίγραφα) που συκοφαντεί τον προχριστιανικό πολιτισμό μας και αποσκοπεί στο να ενοφθαλμίσει στα μυαλά των αθώων παιδιών την ψευδέστατη εντύπωση ότι πριν την γέννηση του Ιουδαίου Τζεσούα οι άνθρωποι τάχα δεν γνώριζαν την αγάπη και «πέταγαν τα παιδιά τους» (!!!)

Επίσης, σε μάθημα Ιστορίας και όχι «θρησκευτικών», οι μαθητές υποχρεώθηκαν να αποστηθίσουν τον «Ακάθιστο Ύμνο», ενώ σε άλλο βιβλίο πάλι, υποτίθεται και αυτό μη θρησκευτικό (επισυνάπτονται φωτοαντίγραφα) κάποιοι ανώνυμοι συγγραφείς ξεπερνούν κάθε όριο σπιλώσεως των προγόνων μας με την ανιστόρητη, γελοία, εμπαθή και σαφώς συκοφαντική αφήγηση περί ενός αρχαίου Μεσσηνίου νεαρού, του Δριμάκου, που τον είχαν πάρει «σκλάβο» οι Σπαρτιάτες και αφού τον χρησιμοποίησαν για να δουλεύει στα κτήματα κάποιου «πλούσιου γαιοκτήμονα» τον «πούλησαν» τελικά σε ένα υποτιθέμενο σκλαβοπάζαρο της νήσου Δήλου, όπου τον αγόρασε ένας Χιώτης και τον έβαλε, λες και ήταν ημίονος, «να γυρίζει το λιοτρίβι». Ανατριχιαστικό είναι ότι ο ανώνυμος συγγραφέας (ποιος τον επέλεξε άραγε;) αυτού του χυδαιογραφήματος που, όπως και στην προηγούμενη περίπτωση, έχει σαφή στόχο το να ενσταλάξει αρνητική ή ακόμη και εχθρική άποψη στα αθώα, ανυπεράσπιστα και ανήλικα παιδιά για τον πατρογονικό μας Πολιτισμό, επιστρατεύει για την επίτευξη του εν λόγω στόχου σε έκταση ολίγων μόνο σειρών κειμένου, όχι 1 ή 2 αλλά 5 εν συνόλω χονδροειδείς και ανιστόρητες ανοησίες.

Οι ηττηθέντες Μεσσήνιοι δεν έγιναν «σκλάβοι» (προφανώς υπονοείται από τον ανώνυμο συγγραφέα «δούλοι») αλλά πέρασαν σε καθεστώς «ειλωτείας» που είναι κάτι το εντελώς διαφορετικό. Στην διάρκεια δε του πολέμου είναι γνωστό ότι οι δούλοι των Μεσσηνίων αυτομολούσαν μαζικώς στους Σπαρτιάτες γνωρίζοντας την συγκριτικώς προνομιακή θέση των ειλώτων (βλ. σχετικώς Βλ. Ρασσιάς «Επίτομος Ιστορία των Σπαρτιατών», εκδόσεις Ανοιχτή Πόλη Αθήναι 2003).

Δεν υπήρχαν «πλούσιοι γαιοκτήμονες» στην Λακεδαίμονα, ούτε σε επίπεδο «Ομοίων», ούτε σε επίπεδο «Περιοίκων». Επιπλέον, οι είλωτες δεν ανήκαν σε πρόσωπα αλλά μόνον στην Πολιτεία.

Οι είλωτες δεν «επωλούντο». Για να ήταν ο συμπαθής «Δριμάκος» αγορασμένος «οικέτης δούλος» «Περιοίκου» (αφού οι «Όμοιοι» εστερούντο του δικαιώματος της δουλοκτησίας), η μόνη δηλαδή ιδιότητα που θα τον έκανε και πωλητέο, ο ανώνυμος συγγραφέας ώφειλε να μην τον παρουσιάσει Μεσσήνιο, αλλά Φρύγα, Σκύθη ή κάτι ανάλογο.

Την εποχή των Μεσσηνιακών Πολέμων η Δήλος ήταν αποκλειστικώς Ιερά Νήσος του Θεού Απόλλωνος και όχι «παζάρι» δούλων. Η εκεί λειτουργία κέντρου εμπορίας δούλων είναι πολύ μεταγενεστέρα, ουδεμία σχέση έχουσα με την εποχή που ήταν ελεύθερο το Ελληνικό Έθνος.

Κανείς έχων σώας τας φρένας δουλοκτήτης δεν θα έβαζε έναν ιδιωτικό δούλο για τον οποίο είχε πληρώσει χρήματα «να γυρίζει το λιοτρίβι». Οι λογικοί πρόγονοί μας είχαν ζώα έλξεως για τέτοιες εργασίες και δεν εγνώριζαν «ergastula». Είναι φανερό ότι όπως και στην περίπτωση της Δήλου, ο ανώνυμος συγγραφέας συγχέει, μάλλον όχι από άγνοια αλλά από δολιότητα, την Ελληνική με την Ρωμαϊκή κοινωνική και πολιτισμική πραγματικότητα.
Δικαίως λοιπόν αναρωτιέται κανείς τι προορισμό έχει πλέον, εκτός από στείρα κατηχητικό και προσηλυτιστικό, η κατ΄ευφημισμόν «παιδεία» στον τόπο μας; Όπως και πού νομίζουν ότι ζούνε και σε ποιο έθνος ανήκουν αυτοί που μεθοδεύουν και διαπράττουν αυτούς τους ψυχικούς βιασμούς και παραπληροφορήσεις των παιδιών μας; Πρόκειται περί αίσχους, όσο και περί εθνικής προδοσίας.

Υπό αυτή την νέα, απερίγραπτη πραγματικότητα που έχει διαμορφωθεί, καθίσταται πλέον επιτακτική η ανάγκη της εφεξής συμμετοχής ημών των Ελλήνων Εθνικών, των εμπράκτως σεβομένων τα Ελληνικά Πάτρια, στην διαμόρφωση της διδακτέας ύλης στα Ελληνικά σχολεία της Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας τουλάχιστον Εκπαιδεύσεως. Αλλά επ' αυτού θα επανέλθουμε στο εγγύς μέλλον με κατάθεση σχετικού αιτήματος στο υμέτερο Υπουργείο.