Επιστολή υπ' αριθμ. 139 / 29. 3. 2003

Προς εφημερίδα «Η Σημερινή»
Κύπρος

Κύριε Διευθυντά,

Δεδομένης της έως σήμερα αντιλήψεώς μας ότι το επίπεδο του Κυπριακού Τύπου παραμένει υψηλό και σεβαστικό προς την αλήθεια, μη έχοντας ολισθήσει στην εν Ελλάδι κακοποίηση του δημοσιογραφικού λειτουργήματος της οποίας δυστυχώς εμείς γινόμαστε καθημερινά μάρτυρες, οφείλουμε να ομολογήσουμε ότι μας εξέπληξε δυσάρεστα η άκριτη από μέρους σας δημοσίευση (στο χθεσινό φύλλο σας) ενός «ρεπορτάζ» όλως δυσφημιστικού και προσβλητικού για την Εθνική Ελληνική Θρησκεία.

Ο συνεργάτης σας κ. Λουκάς Σπαθάρης, με αφορμή τις καταγγελίες μίας φοβισμένης γιαγιάς, μίας επίσης φοβισμένης μητέρας και την αυθαίρετη επίκληση των Εθνικών μας Ιερών και σεβασμάτων από τον, τουλάχιστον σύμφωνα με τα αναφερόμενα, ψυχοπαθή σύζυγό της, υιοθετεί πλήρως και αναδημοσιεύει απαράδεκτους, μισαλλόδοξους και ανιστόρητους ισχυρισμούς κατά της πατρογονικής Θρησκείας και Κοσμοαντιλήψεως των αληθινών Ελλήνων προγόνων μας (αποκαλώντας την μάλιστα με θρασύτητα και βλασφημία... «παραθρησκεία» !!!), με τον πολύ γνωστό τρόπο διαφόρων Ελλαδιτών συναδέλφων του που τυγχάνουν σεσημασμένοι μισθοφόροι και υπηρέτες των ρασοφόρων τυράννων. Ντροπή του.

Επειδή πληροφορηθήκαμε ότι και εντόπιος ρασοφόρος, κατά τα ειωθότα των Ελλαδιτών συναδέλφων του, επεχείρησε να εκμεταλλευθεί αυτό το απαράδεκτο άρθρο του συνεργάτου σας για να επιτεθεί κατά της νομίμου, αυτοχθόνου και πατροπαραδότου Εθνικής μας Θρησκείας, κατά της οποίας πολλαπλώς εγκλημάτισαν επί αιώνες οι όμοιοί του, είμαστε υποχρεωμένοι να σας αποστείλουμε την παρούσα επιστολή για να τεθούν στοχειωδώς κάποια πράγματα σε τάξη.

Πληροφορούμε λοιπόν τόσο εσάς, όσο και το αναγνωστικό σας κοινό ότι ιστορικώς ποτέ η Ελληνική Εθνική Θρησκεία, η λαμπροτέρα ιστορικώς καταγεγραμμένη προσέγγιση του Θείου, σύμφυτη και έμφυτη της Φιλοσοφίας, της Επιστήμης και όλων των γνωστών πολιτισμικών άθλων των πρόγόνων μας, δεν συμπεριελάμβανε στη λατρευτική της πρακτική θυσίες ανθρώπων, πράγμα παράλογο από κάθε πλευρά, αφού αυτή η συγκεκριμένη Θρησκεία και Κοσμοθέαση ήταν που ανακάλυψε και ανέδειξε την έννοια του Ανθρωπισμού. Η θυσία, ιερή πράξη επικοινωνίας των θνητών με τους Θεούς, αποτελεί ευχαριστήριο προσφορά των πρώτων προς τους δευτέρους για τα δώρα τους, και είναι αυτονόητο για τον οποιονδήποτε στοιχειωδώς σοβαρό άνθρωπο ότι κανένα ανθρώπινο θύμα δεν μπορεί να συμπεριληφθεί στον μακρύ κατάλογο των προσφορών που ξεκινά από προσφορά απαρχών της συγκομιδής, οίνου, μη βρώσιμων τμημάτων από το κρέας που τρώγεται στις εορτές και τελειώνει σε κατάθεση λαφύρων ή ανέγερση αναθηματικών στηλών.

Εκτός από τους απατεώνες και ανθέλληνες που πάνε να παρουσιάσουν ως «ανθρωποθυσίες» τη σφαγή Περσών αιχμαλώτων από τον Θεμιστοκλή πριν τη ναυμαχία της Σαλαμίνος ή τη χρήση κάποιων θανατοποινιτών ως «φαρμακών», όλοι όσοι γνωρίζουν το τι ήταν οι πρόγονοί μας γνωρίζουν επίσης και το ότι ΠΟΤΕ δεν έχει καταγραφεί περίπτωση ανθρωποθυσίας στην επίσημη λατρεία των ανεξάρτητων και αυτόνομων Ελληνικών Πόλεων (πράγμα που επιβεβαιώνει άλλωστε και η αρχαιολογική έρευνα), και ότι η όποια αναφορά σε τέτοιες πρακτικές ανήκει αποκλειστικά στον χώρο των αφηγήσεων της Μυθολογίας.

Η Ελληνική Θρησκεία, Κοσμολογία και Φιλοσοφία ήσαν και παραμένουν εκείνες που τίμησαν όσο καμμία άλλη ανάλογή τους τον άνθρωπο και εν γένει τον εκδηλωμένο φυσικό κόσμο και όντως, όπως προείπαμε, μέσα από αυτές διαμορφώθηκε η έννοια του Ανθρωπισμού, η οποία έμεινε ζωντανή και πολλούς αιώνες μετά την καταστροφή του Εθνικού Πολιτισμού μας από τους χριστιανούς, ικανή μέσω του Διαφωτισμού να πυροδοτήσει την απελευθέρωσή μας από τα σκοτάδια και την κτηνωδία του χριστιανικού Μεσαίωνα (ακόμη και η αρχαία Ρωμαϊκή Παράδοση τιμούσε πολύ αυτή την ανθρωπιστική φύση της Ελληνικής Θρησκείας, αφηγούμενη ότι στο Λάτιο τις ανθρωποθυσίες σταμάτησε από πανάρχαια χρόνια ο Έλλην Ηρακλής, αλλά και διακηρύσσοντας δια του στόματος των διανοουμένων της ότι «τίποτε πιο ιερό και ανθρώπινο δεν υπάρχει από την Ελλάδα»). Αν σήμερα συνεπώς η πολιτισμένη ανθρωπότητα ζεί αξιοπρεπώς και ελεύθερα, το χρωστά αποκλειστικά στις Θερμοπύλες και τις Πλαταιές, στην Ολυμπία και τους Δελφούς, στην Ακαδημεία και τη Στοά και την επίμονη ανάκλησή τους στην τότε πραγματικότητα από τους Διαφωτιστές.

Κύριε Διευθυντά,

με τα πιο πάνω, καθίσταται ολοφάνερο ότι η οποιαδήποτε απόπειρα συσχετισμού της Ελληνικής Εθνικής Θρησκείας με αποτρόπαιες και αντιανθρώπινες πρακτικές, όπως λ.χ. οι ανθρωποθυσίες επί του προκειμένου, εκπορεύεται πάντοτε από τα γνωστά και μη εξαιρετέα ανθελληνικά κέντρα πνευματικής αυταρχίας. Μη νεροκουβαλάτε λοιπόν στο άθλιο ανθελληνικό και αντιανθρώπινο έργο τους, είναι εν τέλει κρίμα για την εφημερίδα σας και το αναγνωστικό σας κοινό που οπωσδήποτε αξίζουν ανώτερο επίπεδο από αυτό που έδωσε ο συνεργάτης σας. Οι προθέσεις του οποίου μάλιστα γίνονται ακόμη πιο «φαιές», όταν, συν τοίς άλλοις, αφήνεται από τα γραφόμενά του να εννοηθεί ότι τάχα η άρνηση βαπτίσεως των παιδιών μας (δηλαδή η άρνηση να υποβληθούν παρά τη θέλησή τους νήπια σε μυητική μαγική τελετή απαρνήσεως του Εθνισμού τους και εντάξεώς τους σε μία ασαφή, απάτριδα και ανεθνική «χριστιανοσύνη»), άρνηση απολύτως νόμιμη εν Ελλάδι εδώ και δύο δεκαετίες, αποτελεί... «επιβαρυντικό» στοιχείο για την όποια προσωπικότητα.

Μετά τιμής,