(από την παρουσίαση του νέου βιβλίου των εκδόσεων «Ανοιχτή Πόλη», Βλάσης Ρασσιάς: Μεγάλο λεξικό του Ευρωπαϊκού Πολυθεϊσμού, Β’ τόμος, που πραγματοποιήθηκε στην αίθουσα του ΥΣΕΕ στις 25-1-«2020»)
Μια βιβλιοπαρουσίαση χωρίς την παρουσία του συγγραφέα, αναπόφευκτα στριφογυρίζει γύρω από την συνολική αποτίμηση του συγγραφικού έργου του. Όταν όμως πρόκειται για τον Βλάση Ρασσιά τότε οι αναφορές ξεφεύγουν από τις στενές και τετριμμένες αποσβέσεις της συγγραφής και εξαπλώνονται πολύ πέρα από τις σελίδες ενός τυπωμένου βιβλίου. Το ποια θα είναι η επίδραση του έργου του είναι πολύ νωρίς ακόμα να το ορίσουμε κι αυτό γιατί είναι τόσο κεφαλαιώδους σημασίας τα ζητήματα που έθετε από τη δεκαετία του ‘80 ακόμη, έως μόλις πριν από 6 μήνες, που απλώνονται σε μια πλειάδα θεματικών ενοτήτων, το εύρος των οποίων είναι εξαιρετικά δύσκολο να το συναντήσουμε σε άλλους διανοητές και να εκτιμήσουμε την επιρροή του. Ωστόσο δεν θα βρεθούν στο έργο του αντιφατικές αντιστίξεις ή σημεία που αλληλοακυρώνονται απέναντι σε αυτό για το οποίο ασκήθηκε, αντιμετώπισε και πολέμησε σε όλο του τον βίο, για την ανθρώπινη ελευθερία και αξιοπρέπεια.
Ένα από αυτά τα κομβικά σημεία για την ανθρώπινη ελευθερία με τα οποία ενδελεχώς ασχολήθηκε ο Βλάσης Ρασσιάς είναι και το νομίζειν για τους θεούς μέσα από την ξεχασμένη ματιά του πολυθεϊσμού, να δείτε μέσα από αρχαία μάτια όπως τόνιζε και ο ίδιος, την οποία κατέστησε διάπυρη στις μέρες μας.
Ακούγοντας για πολυθεϊσμό οι περισσότεροι άνθρωποι, σχηματίζουν μια εικόνα παγιωμένων στερεοτύπων, η οποία κατά κανόνα περιγράφει μια υποανάπτυκτη πνευματικότητα που πασχίζει να απαντήσει στο ερώτημα περί θεού, προσκυνώντας κάποια υλικά αντικείμενα, σαν τάχα αυτά τα υλικά να αποτελούν την ίδια την θεότητα. Άλλοι πάλι εξίσου δέσμιοι σε ανάλογα στερεότυπα, ακούγοντας για πολυθεϊσμό, νομίζουν ότι αυτός αφορά τον αριθμό των θεών, τις αντιμαχίες τους ή την ισχυρογνωμοσύνη τους. Προφανώς πρόκειται για ερμηνείες που δεν νοούν να κατανοήσουν τι είναι και γιατί μιλάει ο πολυθεϊσμός. Προσπαθούν να εξηγήσουν μια αντίληψη εντελώς αχαρτογράφητη και άγνωστη στον χριστιανικό κόσμο. Για να εξηγήσει κάποιος με έγκυρο τρόπο τον πολυθεϊσμό και τους Έλληνες θα πρέπει πρώτα να τους κατανοήσει και για να συμβεί αυτό θα πρέπει να γίνει πολυθεϊστής θα πρέπει να ξαναγίνει Έλληνας κατά το έθος, κατά την κοσμοαντίληψη και κατά την θρησκεία. Όλες οι υπόλοιπες απόπειρες ερμηνειών είναι καταδικασμένες να παλινδρομούν ανάμεσα στην μερικότητα και την γελοιότητα. Το αλλόκοτο ωστόσο είναι ότι η θρησκεία που καθόρισε επι αιώνες αυτά τα στερεότυπα για τους άλλους, η δήθεν «θεολογία» της πάσχει ακριβώς από αυτή την «αντικειμενοποίηση» του κόσμου. Ο τελευταίος για τον μονοθεϊσμό είναι ένα κατασκευασμένο εκ του μηδενός άψυχο αντικείμενο, στο οποίο ο κατασκευαστής έχασε τον έλεγχο λόγω της προσωπικής ελευθερίας του ανθρώπου και έπεσε στη σφαίρα επιρροής του ισόποσα κατασκευασμένου αντιπάλου του.
Η παρουσίαση ενός βιβλίου για τον ευρωπαϊκό πολυθεϊσμό, οδηγεί αναπόφευκτα στην ερμηνεία που έδωσε η ομοεθνία των ευρωπαϊκών πολιτισμών στην έννοια «θεότητα» όταν μπόρεσε, αμόλυντη από την εξ Ιουδαίας αποκάλυψη, να θεσμίσει, να οργανώσει και να παράξει θεολογία και καθημερινό έθος. Το «θείο», αποτελεί την κοινή πηγή του Αγαθού για όλα τα όντα, είναι άχρονο, άφθαρτο, και αγέννητο, δεν έχει σεξουαλικό φύλο, δεν είναι πρόσωπο, δεν έχει εθνικότητα, ούτε δείχνει «αγάπη» σε μια συγκεκριμένη φυλή ώστε να ανέχεται τα καπρίτσια της, ούτε και σταματά να «ενεργεί» στα όντα αν αυτά δεν το αντιλαμβάνονται ή το αρνούνται.
Η δημιουργία του πολυθεϊσμού συμβαίνει όταν το ανθρώπινο «βλέπειν» στρέφεται προς τα πάνω και αναζητά την ερμηνεία του κόσμου, εκεί συναντά το «ενεργείν» του θεού το οποίο κατέρχεται προς τον κόσμο των θνητών. Αυτή η σύζευξη σχηματίζει μια ποικιλία μορφικών αναπαραστάσεων του θείου όντος και των πρώτων αιτιών. Εκεί είναι που δημιουργείται ένα πλέγμα σχέσεων και αλληλεπιδράσεων μεταξύ του θνητού που αναζητά προς τον ουρανό και του αθανάτου που ενεργεί προς τον κόσμο, ώστε όλη αυτή η δημιουργία να αποτελεί τη διαλεκτική σχέση του λογικού όντος με το Είναι. «ΤΟ ΓΑΡ ΑΥΤΟ ΝΟΕΙΝ ΕΣΤΙΝ ΤΕ ΚΑΙ ΕΙΝΑΙ» διότι το νοείν και το Είναι, είναι ένα και το αυτό, σύμφωνα με τον Παρμενίδη.
Δίχως τον πολυθεϊσμό δεν υφίσταται διαλεκτική του λογικού όντος με το Είναι.
Από το «ενεργείν» της θεότητας το οποίο διαφοροποιείται από τόπο σε τόπο, και από το «βλέπειν» των ανθρώπων το οποίο διαφοροποιείται από λαό σε λαό γεννιέται όλη αυτή η θαυμαστή ποικιλία των πολυθεϊστικών παραδόσεων. Αυτή η συνάντηση του «ενεργείν» και του «βλέπειν» δίνει το δημιουργικό έναυσμα ώστε σχηματιστούν οι διαφορετικές παραδόσεις και το καθημερινό διαφορετικό έθος, μέσα από τις δικές τους μυθολογικές αφηγήσεις, διαμέσου της δική τους θεολογίας, μέσα από τη δική τους γλώσσα και της πολύ ιδιαίτερης τελετουργίας του συμβολικού, μέσα από διαφορετικά κοινωνικά πράττειν, εν τέλει το οικουμενικό θείο, δημιουργεί εθνικές θρησκείες και έθνη.
Ο πολυθεϊσμός είναι που διαμορφώνει διαφορετικούς εθνισμούς και είναι η αρχική γενεσιουργός αιτία των εθνών, που αν και ομιλούν διαφορετική γλώσσα, όλα εν τούτοις περιγράφουν το Είναι, και γιαυτό οι εθνικές τους αφηγήσεις είναι όλες έγκυρες, γιαυτό και η θρησκευτική ανεκτικότητα αποτελεί δομικό στοιχείο των εθνισμών, και γιαυτό πουθενά στην ιστορία το πραγματικό έθνος δεν υπήρξε φορέας σωβινισμού ή αυτάρεσκης περιουσιότητας. Δεν μπορούμε λοιπόν να ορίσουμε το έθνος δίχως τον πολυθεϊσμό που «κατεβάζει» στον εδώ κόσμο τους εθνάρχες και γενάρχες θεούς μας. Για τους ίδιους λόγους που δεν μπορούμε να μιλάμε για πατρίδα και μητρίδα γη δίχως τους πατρομήτριους επιχώριους θεούς και θεές.
Ο πολυθεϊσμός υπήρξε η φυσιολογική όσο και υγιής κατάσταση της ανθρωπότητας όταν η τελευταία μπορούσε ανεμπόδιστα να εκδηλώνει την πολυμορφία των επιμέρους εθνισμών της δίνοντας υπόσταση στην εθνόσφαιρα του πλανήτη. Αυτή η θαυμαστή πολύτροπη νόηση του Είναι καταστράφηκε από την βίαιη επιβολή της μίας και μοναδικής αλήθειας του περιούσιου ολοκληρωτισμού. Ο μονοθεϊσμός όχι μόνο αφάνισε στις πυρές της μισαλλόδοξης αλήθειας του την ποικιλία των πολιτισμών, των εθνικών παραδόσεων και θρησκειών, ταυτόχρονα μόλυνε την ανθρώπινη διάνοια με νοητικά σχήματα που μοναδικό σκοπό έχουν να τον επιβεβαιώνουν. Έτσι αντί του κυκλικού τρόπου νόησης της εκδηλωμένης δημιουργίας, ο μονοθεϊσμός φέρνει την γραμμική αντίληψη του χρόνου επιφορτισμένου με ενοχή και μισαλλοδοξία και πλέον το ανθρώπινο είδος καθίσταται υπόλογο στον ερημικό Γιαχωβά.
Ο μονοθεϊσμός δεν περιέγραψε τον Κόσμο ούτε προσπάθησε να τον ερμηνεύσει, τον όρισε εξ αρχής. Η δε λέξη «ορισμός» όταν γίνεται λόγος για οντολογία, συνδηλώνει αφενός τα περιοριστικά όρια, αφετέρου θεωρεί δικαιωματικά ότι τον εξουσιάζει.
Ο μονοθεϊστικός ορισμός για τον Κόσμο τον θεωρεί σαν ένα εκ του μηδενός κατασκεύασμα δίχως ψυχή, συνεπώς και χωρίς ιερότητα, μια μηχανιστική κατασκευή, ο δημιουργός της οποίας βρίσκεται εκτός του Είναι! Το πρόβλημα με τον μονοθεϊσμό ξεκινά όταν αυτός νομίσει ότι ο Κόσμος διαφεύγει των χριστιανικών ή ισλαμικών ορίων και εξουσιοδοτεί τις θρησκείες του να χρησιμοποιήσουν όλα τα μέσα, ακόμα και κτηνώδη βία (σκοτώστε τους όλους κι ο Θεός θα ξεχωρίσει τους δικούς του*), ώστε να διορθωθούν οι παρεκκλίσεις από το θεϊκό σχέδιο. Αυτό συμβαίνει κατά κανόνα εξολοθρεύοντας ανθρώπους στο όνομα της θεϊκής αγάπης αλλά πάνω απ΄όλα στο όνομα της θεϊκής υποταγής.
Πρόκειται για μια αντίληψη η οποία ενσωματώνει την αυταρχία και την άρνηση του διαφορετικού μέσα στη «θεολογία» της ως αναγκαία συνθήκη για να μπορέσει να επιβιώσει. Ο μονοθεϊσμός εσωτερικεύει τη βία (προτρέπει σε βία ο ίδιος ο θεός της βίβλου ενάντια σε αλλόθρησκους), την καθιστά δομικό συστατικό και ιστορική συνθήκη ενός συστήματος εξόντωσης των αντιπάλων, μια τελική λύση για όσους δεν τον προσκυνήσουν.
Στον μονοθεϊσμό δεν υπάρχει το σημείο επαφής του ανθρώπινου «βλέπειν» με το θεϊκό «ενεργείν», υπάρχει μόνο η φωνή του Γιαχωβά που προστάζει, ορίζει τον κόσμο και τους ανθρώπους μόνο μέσω ταπείνωσης, υποταγής ή τελικής εξολόθρευσης. Αυτή η πολιτικοστρατιωτική ιδεολογία που φοράει το μανδύα της θρησκείας και στερείται οποιασδήποτε θετικής πνευματικότητας, αποτελεί τη ιδεολογική μήτρα και τον ηθικό αυτουργό όλων των επιμέρους ολοκληρωτισμών πασών των αποχρώσεων και των προσθέσεων. Έχει δε ορίσει ως βασικό της αντίπαλο τον Εθνισμό και τη γενεσιουργό αιτία αυτού, τον πολυθεϊσμό, ότι ακριβώς μας ενδιαφέρει εμάς σήμερα.
Κλείνοντας να υπενθυμίσω ότι είναι ανώφελη η αναμονή για την αποτίμηση του έργου του Βλάση Ρασσιά από τους υπηρέτες και τα δουλικά της παγκοσμίου Ιερουσαλήμ, αυτοί βιοπορίζονται με το να σβήνουν ή να παραποιούν το λήμμα που τον αφορά από το Wikipedia, ή να λιβανίζουν τη φιλανθρωπία με ξένα χρήματα, που διαφημίζει η ελλαδική εκκλησία, ή τον τάχα εθνικό ρόλο της ορθοδοξίας. Αυτής που παρά λίγο να αφανίσει το ελληνικό έθνος. Για κακή της τύχη όμως υπάρχουν Έλληνες Εθνικοί στο εδώ και το σήμερα, όπως υπήρχαν και όλους αυτούς τους σκοτεινούς αιώνες όταν όλα τα έσκιαζε η φοβέρα και τα πλάκωνε η σκλαβιά, και είναι οι μόνοι έγκυροι να αποτιμήσουν το πνευματικό έργο του Βλάση Ρασσιά δίπλα στα γραπτά του Γεωργίου Γεμιστού Πλήθωνα, δίπλα στους στοχασμούς του Μάρκου Αυρηλίου, ανάμεσα στις αράδες των στωικών, ανάμεσα στις γραμμές των στρατιότι, ως ασφαλής και φωτεινός οδοδείκτης για την σίγουρη και νικηφόρα πορεία του εθνικού ελληνισμού στο μέλλον.
Κώστας Κεχαγιάς
(«Tuez-les tous, Dieu reconnaîtra les siens.»/ «Cædite eos. Novit enim Dominus qui sunt eius.» Φράση του παπικού ληγάτου Arnaud Amaury, μετά την κατάληψη της Bezier, όταν ρωτήθηκε πώς θα ξεχωρίσουν τους «Καθαρούς» από τους άλλους κατοίκους, το 1209.